Πως πέρασα το καλοκαίρι.

Να σου πω πως προχωράς :

Απλώνεις τα χέρια σε διάσταση για ισορροπία. Ύστερα, σηκώνεις από τη γή με πολύ προσοχή το δεξί σου πόδι και το φέρνεις μπροστά από το αριστερό, έτσι ωστε όταν ακουμπήσει ξανά τη γη, η φτέρνα του δεξιού να είναι μπροστά από τα δάχυλα του αριστερού. Μόλις έκανες ένα βήμα. Πολλά τέτοια, σε κάνουν σιγά – σιγά ν’ αλλάζεις θέση. Σιγά – σιγά θα μπορείς να κάνεις και βήματα με μεγαλύτερο άνοιγμα. Και μια μέρα δεν θα χρειάζεται να έχεις τα χέρια ανοιχτά για ισορροπία. Τότε βέβαια, θα είσαι ήδη αλλού και ίσως να θες να ξεκουραστείς και λίγο. Τότε, τέντωσε τα χέρια σου προς τα κάτω, ακούμπα τις παλάμες σου στο πάτωμα, τέντώνοντας μπροστά το δεξί πόδι, ενώ ταυτόχρονα λυγίζεις το αριστερό. Μόλις ο πωπός σου ακουμπήσει τη γη, χαλάρωσε.

Γίνεται κι αλλιώς :

Μαζεύεις όλες τις εικόνες που έχεις δει, ως τώρα στη ζωή σου : Ανθρώπους, σπίτια, δέντρα, μέρη, αντικείμενα. Τις βάζεις σ’ ένα σακκούλι μεγάλο από μαύρο καραβόπανο. Δεν αφήνεις ποτέ το σακκούλι αυτό από το χέρι σου. Πετάς μέσα όλες τις λέξεις που ξέρεις σε όλες τις γλώσσες που τις έχεις ακούσει. Μόλις πέσει παντού σκοτάδι και δεν βλέπεις τίποτε πια, κουνάς το σακκούλι δυνατά και χαλαρώνεις λίγο το πιάσιμο σου. Οι στριμωγμένες εικόνες και λέξεις, γλυστράνε για λίγο έξω και τις βλέπεις. Τις πρώτες πρώτες, τις κρατάς πολύ καλά ζωγραφισμένες στο μυαλό σου.  Ύστερα, τις μαζεύεις όλες πάλι πίσω, ξανασφίγγεις το σακκούλι και περιμένεις να ξημερώσει. Τότε, τις διηγείσαι φωναχτά στον Άλλον. Είσαι ήδη αλλού.

Γίνεται και μ’ άλλον τρόπο :

Παίρνεις μια μελιτζάνα, δυο κολοκυθάκια, δυο ώριμες ντομάτες, ένα δυο καρότα. Τα ψιλοκόβεις και τα σπαίρνεις ατάκτως σ’ ένα τηγάνι με δυο κουταλιές λάδι, όπου έχεις από πριν ζεστάνει δυο σκελίδες σκόρδο. Καθώς αυτά τσιτσιρίζονται και αρχίζει και γίνεται σάλτσα, τα πασπαλίζεις με αρώματα της ανατολής που να αρχίζουν όλα από κάπα : Κύμινο, κουρκουμά, κόλιανδρο, καρδάμωμο. Για να μην γέρνουν, τους στίβεις μέσα μισό λεμόνι και προσθέτεις το ξύσμα του. Ανακατεύεις καλά και τότε, ακουμπάς πάνω τους δυο ωραία φιλέτα ψαριού «ό,τι θέλεις».  Χαμηλώνεις τη φωτιά και περιμένεις να μελώσουν τα λαχανικά και να αχνιστεί το «ό,τι θέλεις». Θα πάρει κανένα 4λεπτο. όσο κρατάει αυτό, δίνεις στον Άλλον ένα παθιασμένο φιλί και βράζεις λίγο νερό σ’ ένα μικρό κατσαρολάκι. Μετράς τόσο κους κους, όσο έριξες νερό και το αδειάζεις μέσα στο βραστό νερό, αφού σβήσεις τη φωτιά. Σκεπάζεις με μια πετσέτα και μετά με το καπάκι και περιμένεις. Αναποδογυρίζεις το «ό,τι θέλεις» για να ασπρίσει κι από την άλλη. Δίνεις άλλο ένα παθιασμένο φιλί και όταν τελειώσεις, ανακατεύεις το κους κους μ’ ένα πηρούνι και σβήνεις τη φωτιά που άναψες. Φτιάνεις με το κους κους ένα ηφαίστειο. Γεμίζεις το ηφαίστειο με τα λαχανικά και τη σάλτσα και εκατέρωθεν της καλντέρας, στις πλαγιές του ηφαιστείου, ξαπλώνεις τα φιλέτα του «ό,τι θέλεις». Ακόμα όμως δεν έχεις φτάσει. Πρέπει να το μοιραστείς με τον Άλλον. Τότε, είσαι ήδη αλλού.

11 responses to “Πως πέρασα το καλοκαίρι.

  1. Πού ‘σαι συ, ρε παιδί?
    Σ’ έχω χάσει όλωσδιόλου. Ελπίζω, όλα καλά. και να μην τα λέμε μόνο από μπαζαρίου εις μπαζάριον.
    Πολλά φιλιά κι από μένα.

    Μου αρέσει!

  2. Μ΄αρέσουν και οι δυό σου τρόποι.
    Επειδή όμως δεν τα θέλω τα μαύρα σακούλια από καραβόπανο και ψάχνω εδώ και δέκα λεπτά να βρω τι άλλο χρώμα θα τους έβαζα χωρίς να βρίσκω πιο κατάλληλο, θα προτιμήσω το δεύτερο τρόπο.Για παθιασμένα φιλιά ποτέ δεν είναι αργά, για κους κους – με όλες τις ερμηνείες- τρελαίνομαι και για φιλέτα «ο,τι θέλεις» τη χαλώ τη δίαιτα.Α! όσο για το «αλλού» πάντα εκεί ήμουν μάλλον…
    Καλό φθινόπωρο κοπελιά μου

    Μου αρέσει!

  3. Vita, σ’ έχω επιθυμήσει. Δεν ήξερα για το καινούργιο σου Blog. Πολύ χάρηκα που το είδα. Διάβασα μέσα δυο τρεις λέξεις γραμμένες με τον ωραίο σου αρκαλοχωρίτικο τρόπο και μου φάνηκε σαν να σε άκουσα να μου τις τραγουδάς, όπως τότε, στο σπίτι σου που πίναμε τον καφέ.

    Πότε θα βρεθούμε? Ποιος το ξέρει? Σημασία έχει, οτι στ’ αλήθεια δεν χαθήκαμε, Βαγγελιώ μου. Είμαστε μακριά, αλλά οι καρδιές μας είναι κοντά.

    Κάτι ακόμα. Το μαύρο σακκούλι, είναι για το σκοτάδι. Για να μη βλέπει τις εικόνες σου το φως και ξεθωριάσουν τα χρώματά τους. Εσύ όμως βάλε στα όνειρά σου, ό,τι χρώμα θέλεις.

    Σε φιλώ και σ’αγκαλιάζω.
    Καλώς βρεθήκαμε ξανά.

    Μου αρέσει!

  4. Με «αναγνώρισες» αμέσως καλή μου έ; Σ’ ευχαριστώ που λες πως σ’ αρέσει το καινούργιο μου πόνημα.Εμένα πολύ «δασκαλίστικο» μου φαίνεται για την ώρα.Δεν είμαι ακόμη εγώ.
    Και ναι Magica. Δεν χαθήκαμε μόνο σωπάσαμε.Αν ήξερες πόσες φορές σε μελετώ…
    Σε φιλώ γλυκά κορίτσι μου

    Μου αρέσει!

  5. @ Κ.Κ.Μοίρης : Το αλλού, όταν είσαι με τον Άλλον, είναι (σχεδόν πάντα) Αλλού. Αλλά και το κατάδικό σου αλλού, κι αυτό Αλλού είναι. Μην το υποτιμάς. 😉

    Μου αρέσει!

  6. Τυχερος πολυ ο Αλλος, που ακουει την αφηγηση και δοκιμαζει, τις λεξεις σας. Που λαμπουν μεσα στο σκοταδι. Να ειστε σιγουρη πως ειναι Εδω. Περηφανος για την θεση τη θεση σας.
    Ωραιο κειμενο κυρια De Spell.

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε