Κρέμα Κάστανου

Στο Ματζικικό σπίτι, δεν καθαρίζουμε κάστανα. Και η αιτία είναι απλή. Δεν προλαβαίνουμε. Τα κάστανα θέλουν στοργή και προδερμ για να καθαριστούν εξ ου και όποτε χρειάζονται σε συνταγές ολόκληρα ή σε πουρέ, παίρνουμε και χρησιμοποιούμε το ωραίο, το αγοραστό από το σούπερ μάρκετ. Τα καθαρίζουμε μόνο ψημμένα και τα τρώμε σαν ξηροκάρπια, κι αυτό σπάνια γιατί παχαίνουν.

Η μαμά της Μάτζικας όμως, που είναι προκομμένη, χρυσοχέρα και κυρίως συνταξιούχα (είδος υπό εξαφάνιση οσονούπω), αγοράζει και καθαρίζει κάστανα με τα χεράκια της και τα χρησιμοποιεί στα γλυκά. Και επειδή είναι και άνθρωπος που χαρίζει κάστανα (κυριολεκτικά, ποτέ μεταφορικά) μια μέρα που την επισκεφτήκαμε και έτυχε να καθαρίζει, μας έδωσε κι εμάς ένα σακκουλάκι ελαφρώς βρασμένα και καθαρισμένα. Σα να λέμε, τζακ ποτ.

Η γιαγιά βέβαια, είχε στο νου της να τα δώσουμε στο εγγονάκι να τα φάει που είναι ωραία κι υγιεινά και θρεπτικά, αλλά μόλις φτάσαμε στο σπίτι έπεσε λογοκρισία στην επιθυμία της. Σιγά μη δώσουμε του μωρού να φάει ένα σακκουλάκι κάστανα καθαρισμένα με τη μία. Έχουμε κι άλλα πράγματα στο νου μας, κυρία μου. Και όλα ξεκινάνε με τη λέξη «κρέμα».

Στη ζαχαροπλαστική σε πολλές συνταγές χρησιμοποιείται η έτοιμη κρέμα κάστανου, η ακόμα και τα λεγόμενα μαρρόν γλασέ, κυρίως επειδή με την προσθήκη ζάχαρης στην κρέμα κάστανου ή στο σιρόπι που βράζουν τα μαρόν γλασέ, επιτυγχάνεται ασφαλής συντήρηση.  Σκέφτηκα λοιπόν να φτιάξω αρχικά μια κρέμα κάστανου και μετά να δω πως θα την χρησιμοποιήσω.

Υλικά

  • 350 γρ κάστανα ελαφρώς βρασμένα και αποφλοιωμένα
  • 150 γρ. ζάχαρη σκούρα από ζαχαροκάλαμο
  • 250 ml νερό

Διευκρινίσεις :

Τα 350 γρ. καθαρισμένα κάστανα προκύπτουν από περίπου 500 γρ. ολόκληρα. Για να φτιάξετε τη συνταγή από το μηδέν, βράστε τα κάστανα χωρίς να τα χαράξετε για 15 λεπτά ώσπου να μαλακώσει το κέλυφος και καθαρίστε τα με μυτερό κοφτερό μαχαίρι. Είναι σημαντικό να μην τα στραγγίξετε όλα μαζί από το νερό γιατί αν στεγνώσουν θα βασανιστείτε, έτι περισσότερο. Επίσης, σε κάθε ένα που θα αφαιρείτε το κέλυφος αφαιρέστε την ίδια στιγμή και την εσωτερική μεμβράνη που περιβάλει τον καρπό.

Χρησιμοποίησα σκούρα καστανή ζάχαρη γιατί έχει πιο πολυεπίπεδη γεύση από την λευκή. Εννοείτε ότι αν βάλετε λευκή ζάχαρη θα είναι περισσότερο ξεκάθαρη η λεπτή γεύση του κάστανου. Όμως τόσο η καστανή ζάχαρη όσο και το μέλι, δίνουν ένα ενδιαφέρον βιμπράτο στην κρέμα. Το είδος της ζάχαρης θα επηρεάσει επίσης και το χρώμα της κρέμας. Η δικιά μας πήρε το σκούρο χρώμα της σοκολάτας. Με λευκή ζάχαρη το αποτέλεσμα θα ήταν πολύ πιο ανοιχτόχρωμο.

Εκτέλεση

Περάστε τα κάστανα από την μηχανή του πουρέ ή λιώστε τα με πηρούνι.

Βράστε το νερό με τη ζάχαρη και μόλις έρθουν σε βρασμό, προσθέστε τα λιωμένα κάστανα και αφήστε να σιγοβράσουν σε πολύ χαμηλή φωτιά, ώσπου η κρέμα να δέσει, όσο επιθυμείτε. Έχετε κατά νου ότι κρυώνοντας θα σφίξει κι άλλο. Γενικά, αν έχει μια υφή που απλώνεται εύκολα, είναι κατάλληλη για τις περισσότερες συνταγές.

Tip: Πριν η κρέμα φτάσει στο οριστικό της δέσιμο, όσο είναι ακόμα ρευστή, μπορείτε να την περάσετε από μια ψιλή σίτα, ώστε να αποκτήσει ακόμα πιο βελούδινη υφή. Αυτό θα βοηθήσει να συγκρατηθούν και κάποια ελάχιστα ίχνη από το εσωτερικό φλούδι των κάστανων που πιθανόν να έμειναν κολλημένα μετά το καθάρισμα.

Η ποσότητα αυτών των υλικών δίνει δύο βαζάκια των 200 ml περίπου.

Εκτός από χρήση στη ζαχαροπλαστική, μπορείτε να την σερβίρετε στα μικρά παιδιά με ψωμί, ή τηγανίτες, σαν μαρμελάδα. Έχει τρελό σουξέ. Αλλά και τρελές θερμίδες. Θέλει προσοχή στη ποσότητα.

Καλή επιτυχία.

Θηλασμός

Από το 1996 και κάθε χρόνο η πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου είναι αφιερωμένη στην προώθηση και εδραίωση στην Ελληνική κοινωνία του μητρικού θηλασμού.

Παρόλο που δεν πρόκειται για ένα γαστρονομικό θέμα, είναι εντούτοις ένα θέμα που αφορά την τροφή και την αγάπη και ως τέτοιο πιστεύω οτι έχει τη θέση τους σ’ αυτό το μπλογκ. Πολύ περισσότερο, επειδή αποτέλεσε ένα σημαντικό κεφάλαιο της ζωής μου και της ανατροφής της κόρης μου.

Δεν είμαι ειδική στο θηλασμό. Είμαι απλώς μαμά που θήλασε. Αν όμως κάνουμε ένα flash back στο πως ανατρεφόντουσαν τα βρέφη μια δυο γενιές πριν τη δική μου, εύκολα θα καταλάβουμε οτι τότε δεν υπήρχε ανάγκη βοήθειας από ειδικό ή επαγγελματία του θηλασμού. Δεν υπήρχαν οι μαίες όπως τις ξέρουμε σήμερα, παρά η πρακτική μαμή του χωριού ή της γειτονιάς που βοηθούσε εμπειρικά τις γυναίκες στον τοκετό. Ο κοινωνικός ιστός είχε διαφορετική δομή. Όταν μια γυναίκα γεννούσε, φυσικά στο σπίτι της, μαζευόντουσαν οι γυναίκες της οικογένειας και της γειτονιάς και βοηθούσαν τη μαμή στη γέννα. Η μάνα της, η πεθερά της, η αδελφή της, η γειτόνισσα, η φίλη της, ήταν γύρω της και της έδιναν το ρυθμό στο δύσκολο προτζεκτ «γέννα». Μόλις το μωρό γεννιόταν, το ακουμπούσαν στην κοιλιά της κι αυτό έκανε αυτό που σήμερα μας είναι γνωστό στην αγγλική γλώσσα ως breast crawl. Μπουσουλούσε δηλαδή ενστικτωδώς μέχρι να βρει τη θηλή και ξεκινούσε μόνο του να θηλάζει. Οι πρώτες σαράντα μέρες της ζωής του, ήταν ένας αγώνας για την εδραίωση του θηλασμού. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η λεχωίδα δεν «έπρεπε» να βγαίνει από το σπίτι, θεωρείτο γρουσουζιά να εμφανιστεί σε μαγαζί για να ψωνίσει και λοιπά γραφικά. Γιατί σε μια κοινωνία που δεν είχε σεβασμό για την γυναίκα, έπρεπε η δυσειδαιμονία να προστατέψει το μωρό και το δικαίωμά του στο θηλασμό.

Τα πράγματα άλλαξαν την δεκαετία του πενήντα, όταν ο ανεπτυγμένος κόσμος υιοθέτησε μαζικά τη φόρμουλα βρεφικού γάλακτος σαν ενδεδειγμένη διατροφή για τα ανθρώπινα βρέφη. Τι μεσολάβησε? Περίπου 100 χρόνια έρευνας για τη δημιουργία του συγκεκριμένου προιόντος από τα οποία τα τελευταία 50 εστίασαν και στο ενδελεχές marketing για την προώθησή του με κάθε τρόπο. Ξαφνικά, από κει που μόνο το 2-3% των γυναικών έχουν ιατρικό λόγο να μην θηλάσουν, ή δεν παράγουν γάλα, το ποσοστό αυτό ανέβηκε στο 90%. Ξαφνικά, οι γυναίκες που θήλαζαν άκουγαν από τους γιατρούς τους το παροιμιώδες : «Μα τι είσαι, αγελάδα?» και σταδιακά, η σύνδεση με το φυσικό, χάθηκε. Η κυριότερη αιτία όμως για την εγκατάλειψη της πρακτικής του θηλασμού, ήταν η θέση της γυναίκας στην οικονομία και στην κοινωνία.  Οι γυναίκες δεν θα δικαιολογούσαν πια τον τίτλο τους ως «φτηνά εργατικά χέρια» αν έπρεπε να έχουν παρατεταμένες άδειες λοχείας. Ήταν ασύμφορο για την οικονομία της αγοράς να κάθονται σπίτι τους και να θηλάζουν. Και το μάρκετινγκ το εκμεταλλεύτηκε επαρκώς.  Χωρίς εργασιακά δικαιώματα και με την παντιέρα του παλαιάς κοπής φεμινισμού στο χέρι (τον οποίο ουδόλως κατηγορώ, γιατί χάρη σ’ αυτόν έχουμε κερδίσει κάποια πράγματα σήμερα), οι νέες «απελευθερωμένες» γυναίκες – φτηνά εργατικά χέρια, άρχισαν να θεωρούν αυτονόητη τη χρήση φόρμουλας βρεφικού γάλακτος ως μοναδική επιλογή για την ανατροφή των μωρών τους. Σταδιακά, η εικόνα του μωρού που θηλάζει χάθηκε. Και ως εκτούτου, σταμάτησε να θεωρείται «φυσιολογική» (μια λέξη που απεχθάνομαι γιατί έχει καταντήσει να χρησιμοποιείται σχεδόν μόνο για να χωρίσει τους ανθρώπους).

Εδώ και 25 χρόνια η Unicef, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, η WABA και η Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία, έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στην διάδοση του μητρικού θηλασμού στον Δυτικό κόσμο ως μοναδικής πρακτικής για την διατροφή των βρεφών και ο λόγος είναι και πάλι οικονομικός. Στην διάρκεια των τελευταίων 50 χρόνων φάνηκε από εκτεταμένες μελέτες οτι η υιοθέτηση του μητρικού θηλασμού μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στην υγεία του πληθυσμού και άρα στις δαπάνες για την υγεία. Κοντολογίς, τα βρέφη που θηλάζουν γίνονται υγιέστεροι ενήλικές και συμφέρουν στο κράτος. Επιπλέον, οι μαμάδες που θηλάζουν μειώνουν δραστικά τις πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο στα γεννητικά όργανα και το στήθος. Εμφανίζουν επίσης χαμηλότερα ποσοστά επιλόχειας κατάθλιψης και την περνάνε πιο ελαφριά. Γιούπι! Ακόμη περισσότερη οικονομία για τα απανταχού εθνικά συστήματα υγείας. Δεν θέλω να επεκταθώ στα οφέλη του μητρικού θηλασμού. Με μια αναζήτηση στο ιντερνετ μπορείτε να μάθετε τα πάντα.

Για να ξαναγυρίσω όμως στο σημείο από το οποίο ξεκίνησα, δεν είμαι ειδική για το θηλασμό. Είμαι μια μαμά που θήλασε το παιδί της για 21 μήνες. Ως τέτοια, θα μπορούσα να είμαι η μαμά, η γιαγιά, η θεία, η αδελφή, η γειτόνισσα, κάποιας από σας που θέλει να θηλάσει και χρειάζεται να συνομιλήσει με μια πεπειραμένη στο θηλασμό άλλη μαμά.

Η εμπειρία μου συνοπτικά έχει ως εξής. Ένα μήνα πριν γεννήσω συνάντησα τη μαία που θα με βοηθούσε στον τοκετό, την συγκλονιστική Γιάννα Βασιλάκη. Η αγωνίες μου αφορούσαν μόνο τον τοκετό. Ο θηλασμός δεν υπήρχε στο μυαλό μου. «Θα θηλασεις?» Με ρώτησε. «Θα προσπαθήσω.» Της απάντησα. Δεν ήξερα τίποτε τότε για όλα αυτά. Η Γιάννα ήταν μαζί μου στην καισαρική με την οποία μου φάγανε το μωρό τεχνηέντως, και μόλις γεννήθηκε το ακούμπησε γυμνό στην κοιλιά μου. Το μωρό δεν έκανε breast crawl, σοκαρισμένο από την καισαρική και κοιμισμένο από την επισκληρίδιο. Σε μισή ώρα όμως μου το έβαλε στο στηθος. Και ω του θαύματος, άρχισε να θηλάζει. Τις 3 ημέρες που έμεινα στο μαιευτήριο- ξενοδοχείο, είχα το μωρό στο δωμάτιό μου κατά την πρακτική που λέγεται rooming-in. H Γιάννα ήταν εκεί, μου έδειξε τα πάντα για τον θηλασμό, σε ποιες στάσεις να θηλάζω και σε ποιες όχι (δεν είναι όλες οι στάσεις για τις άπειρες μαμάδες και κυρίως όχι η κλασσική που ξέρουμε από το κουτί του εβαπορέ ΝΟΥΝΟΥ). Όταν την τρίτη ημέρα άρχισα να πονάω και να με διαπερνούν σουβλιές στο στήθος κάθε φορά που το μωρό θήλαζε και ήθελα να μπήξω τα νύχια μου κάπου, κατά προτίμηση στο μπράτσο του άντρα μου, η Γιάννα, αφού βεβαιώθηκε οτι κρατάω σωστά το μωρό, μου είπε το παροιμιώδες «είναι αδούλευτη η θηλή, θα στρώσει» και λίγο αργότερα πρόσθεσε «σε λίγες μέρες». Για «λίγες μέρες» πονούσα φριχτά. Αλλά όταν το μωρό θήλαζε, ένοιωθα σαν να βρισκόμουν μαζί του σε ένα σύννεφο αγάπης και τίποτε άλλο να μην υπήρχε στον κόσμο. Και ο πόνος της πρώτης στιγμής απαλυνόταν κάπως. Αυτό το σύννεφο ήταν ένα σύννεφο οξυτωκίνης. Της ορμόνης που βάζει το μωρό μέσα στη μαμά, το βγάζει από την κοιλιά της και βασιλεύει στο σώμα της και στο σώμα του μωρού κάθε φορά που θηλάζει. Της ορμόνης της αγάπης. Είναι σαν να παίρνεις «κάτι». Κάτι μαγικό που σε ανεβάζει σε μια άλλη διάσταση. Και βλέπεις από κει τη ζωή. Μ’ αυτή τη δύναμη που σου δίνει το σώμα σου και η επαφή με το μωρό σου.

Άκουσα για πρώτη φορά οτι ο θηλασμός μπορεί να συνεχιστεί μετά τους 6 μήνες, όταν η κόρη μου ήταν 3 μηνών. Πανάσχετη. Τοτε ήταν που άρχισα να διαβάζω. Τότε ήταν που έκατσα να μάθω γιατί θηλάζουμε. Και κατάλαβα την φράση : Γιατί είμαστε θηλαστικά. Στους 6 μήνες έβαλα στόχο τα 2 χρόνια. Είναι το διάστημα που προτείνουν ο WHO και η UNICEF.  Στους 18 μήνες, έκοψα τους νυχτερινούς θηλασμούς για να μπορέσω να ανταποκριθώ στη δουλειά μου. Στους 21 μήνες βελούδινα, και αγαπημένα, σταματήσαμε τον θηλασμό κοινή συνεναίσει το μωρό μου κι εγώ. Χωρίς κλάμματα, χωρίς υστερίες, χωρίς πισωγυρίσματα.  Οι 21 μήνες που θήλασα ήταν οι ωραιότεροι 21 μήνες της ζωής μου. Και επιπλέον αποδείχτηκαν εντελώς απαραίτητοι στο να χωνέψω τη γέννα και την μητρότητα. Το μωρό είναι ανεξάρτητο και εξερευνητικό, παρά το παρατεταμένο μας κολλητιλίκι. Ίσως, λέω εγώ, και εξαιτίας του. Ελπίζω και υγιέστερο και εξυπνότερο. Αλλά αυτά θα φανούν στο μέλλον.

Αυτά τα λίγα για να συμβάλλουμε κι εμείς ολίγον ως μπλογκ στην διάδωση του θηλασμού και στην ανάκτηση αυτής της αρχαίας τέχνης. Κι αν κάποια νέα μαμά, θέλει κάτι να ρωτήσει, εδώ είμαστε. Με χαρά.

Δρόμοι Ζωής – Bazaar 2015

Δούλεψα γι αυτό 7 χρόνια από τη ζωή μου. Ίσως, τα 7 δημιουργικότερα. Ήταν ένα από τα πιο μακρινά μου και πιο ενδιαφέροντα ταξίδια. Το στηρίζω, το αγαπώ, το επισκέπτομαι κάθε χρόνο. Και κάθε χρόνο σκέφτομαι πως θα έρθει κάποια στιγμή που οι συνθήκες της ζωής μου θα μου επιτρέψουν να δουλέψω γι αυτό ξανά. Είναι το αγαπημένο μου bazaar.

Αν θέλετε να βοηθήσετε στην ετοιμασία του, μαγειρεύοντας, φτιάχνοντας χειροτεχνίες, μιλώντας γι αυτό ή με όποιο άλλο τρόπο μπορείτε, απευθυνθείτε άμεσα στην πιο καλά οργανωμένη εθελοντική ομάδα της πόλης.

Περισσότερες πληροφορίες, εδώ.

Καλή επιτυχία και φέτος!

Περί παγωτού (και ατελείωτο blabbering περί υγιεινής διατροφής)

Το παρόν ποστ, γράφεται εδώ και δύο μήνες. Η καθημερινότητα της εργαζόμενης μαμάς είναι όντως εξουθενωτική και σε ό,τι με αφορά ουδόλως επαρκεί δι’ αξιοπρεπές blogging.

Από την σχετικά σύντομη γνωριμία μου με την κόρη μου, και την μακρόχρονη τοιούτη με τον εαυτό μου, έχω αντιληφθεί την εξής πανανθρώπινη αλήθεια :

Αν βαφτίσεις το ο,τιδήποτε «ΠΑΓΩΤΟ», όλοι μπαίνουν στον κόπο τουλάχιστον να το δοκιμάσουν. Αν είσαι στοιχειωδώς τυχερός, το τρώνε και μέχρι τέλους.

Στο Ματζικικό σπίτι, το παγωτό πουλάει. Τι δεν πουλάει? Ορισμένα φρούτα και μέχρι πρότινος το γιαούρτι. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος, ότι όσο κι αν κάνω τη μοδέρνα είμαι μια επι της ουσίας γνήσια Ελληνίδα μαμά, είχα τις, ούτως ειπείν, ανησυχίες μου σχετικά με το πώς θα εξελιχθεί η υγεία του μωρού και τι ολέθριες συνέπειες μπορεί να έχει γι αυτό η μη επαρκής κατανάλωση γιαουρτιού. J Σ’ αυτό ήρθε να προστεθεί η έτι μεγαλύτερη αγωνία μου όταν ανακάλυψα ότι σε αντίθεση με πέρσυ που η κόρη μου έτρωγε τις φράουλες με μανία, φέτος δεν ήθελε ούτε να τις δει. Πεπεισμένη ότι το παιδάκι μου κινδυνεύει από αβιταμίνωση με σοβαρές επιπλοκές, αποφάσισα να καταφύγω στην αγαπημένη μου λύση για γλυκό της πάλαι ποτέ εργένισσας εν διαίτη (en regime που λέμε και στα ελληνικά) : Το παγωτό.

Το παγωτό είναι ο φορέας εκείνος στον οποίο μπορείς να βάλεις σχεδόν ό,τι θέλεις και να παραμείνει σχετικά ελαφρύτερο και υγιεινότερο από οποιαδήποτε άλλη παρασκευή που περιέχει παρόμοια υλικά. Η αιτία είναι ότι έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε νερό. Άρα όλες οι θερμίδες  των άλλων υλικών είτε προέρχονται από λιπαρά, είτε από υδατάνθρακες και δη ζάχαρη, είναι αναλογικά πολύ λιγότερες ανά μερίδα, απ΄ότι αν με τα ίδια περίπου υλικά, φτιάξεις ας πούμε ένα κέηκ. Εννοείται ότι με το κέηκ θα συγκρίνεις ένα παγωτό παρφέ. Που έχει αυγά, έχει κρέμα γάλακτος και τα γνωστά λοιπά. Ελα όμως που παγωτό μπορείς να κάνεις και με ένα μίνιμουμ εντελώς ωμών και φυσικών υλικών. Δείτε λίγο τις παρακάτω ιδέες :

Μπανάνα.

Παίρνεις μια μπανάνα (η και περισσότερες) και την κόβεις σε ροδέλες. Στρώνεις τις ροδέλες σε αντικολλητικό χαρτί και τις βάζεις σκεπασμένες στην κατάψυξη. Όταν παγώσουν εντελώς (σε μερικές ώρες) τις βγάζεις από την κατάψυξη και τις ρίχνεις στο μπλέντερ. Μπορείς να συμπληρωσεις ελάχιστες σταγόνες λεμονιού για να βελτιώσουν και να διατηρήσουν το χρώμα. Πέραν τούτου ουδέν. Η μπανάνα περιέχει πολύ άμυλο. Το άμυλο ως γνωστόν αν το παραδουλέψεις γίνεται ελαστικό. Αυτό στην περίπτωσή μας είναι πλεονέκτημα. Γιατί με τον τρόπο που τα μαχαίρια του μπλέντερ δουλεύουν την μπανάνα, μετατρέπεται en un seul geste  σε παγωμένη κρέμα μπανάνας. Είτε την σερβίρεις ως έχει, είτε την βάζεις ζγκαταψυξ και παγώνει σε κανονική υφή παγωτού. End of story. Σερβίρεις παγωτό μπανάνα.

Μπανάνα – φράουλα (ή φρούτα του δάσους)

Εδώ, θέλει πιο τεχνική :-). Εννοείται πως αστειεύομαι. Επειδή οι φράουλες και τα φρούτα του δάσους έχουν πολύ νερό, η μπανάνα τους  προσφέρει τον κρεμώδη χαρακτήρα που θα λείψει από το τελικό παρασκεύασμα. Προσοχή όμως. Θέλει λελογισμένη χρήση. Αλλιώς η σαρωτική της γεύση σε συνδυασμό με το σαρωτικό χρώμα των κόκκινων φρούτων κινδυνεύει να σας δώσει παγωτό μπανάνα με χρώμα φράουλας, ή παγωτό φράουλα με γεύση μπανάνα. Εχω καταλήξει ότι ακόμα και 2/3 μιας μέτριας μπανάνας με 2 κούπες φρούτα του δάσους, αρκούν για ένα πολύ ικανοποιητικό παγωτό.

Φράουλα (εμάς αυτό μας καίει) με γιαούρτι και μέλι.

strawberry

  • Βάζεις λοιπόν κατά τα ως άνω δυο κούπες φράουλες κομμένες πάνω σε λαδόκολλα να γίνουν παγάκια.
  • Βάζεις τα φραουλοπαγάκια στο μπλέντερ και σου δίνουν φραουλοχιόνι.
  • Προσθέτεις ένα στραγγιστό γιαούρτι full fat.
  • Προσθέτεις γλυκαντικό της αρεσκείας σου. Εμείς βάζουμε μέλι ή σιρόπι αγαύης ή στέβια γιατί η ζάχαρη έχει την τάση να οξειδώνει τη βιταμίνη c, που είναι πολύ ευαίσθητη βιταμίνη, κι αυτό δεν το θέλουμε να συμβεί. Θυμίζω ότι το εγχείρημα δεν είναι να φτιάξουμε παγωτό. Είναι να πουλήσουμε για παγωτό μια φρουτόκρεμα με γιαούρτι. Η ποσότητα του γλυκαντικού εξαρτάται αφενός από τα γούστα μας αφετέρου από το πόσο ξινά είναι τα φρούτα (γιατί κάποιος λόγος υπάρχει που τα παιδάκια δεν τα τρώνε, δεν είναι χαζά) και από το τι γιαούρτι έχουμε χρησιμοποιήσει. Ο παράγων «στραγγιστό» είναι αδιαπραγμάτευτος, πλην all yogurts aren’t created equal από τη μία και από την άλλη, αν κάποιος κάνει δίαιτα ή το παιδάκι του είναι άνω των δύο ετών, ή αυτό του βρίσκεται στο ψυγείο, μπορεί να βάλει γιαούρτι χαμηλών λιπαρών, που είναι κατά τι ξινότερο. Ωραίο γλυκαντικό για το συγκεκριμένο παγωτό είναι και σπιτική μαρμελάδα από το ίδιο ή άλλο φρούτο.Άλλο ωραίο γλυκαντικό είναι τα αποξηραμένα φρούτα. Μουλιάστε τα σε νερό για μερικές ώρες και πολτοποιήστε τα καλά στο μπλέντερ (αφού τα στραγγίσετε) πριν προσθέσετε τα φρουτοπαγάκια.

Τι να προσέξεις.

  • Κατ’ αρχήν πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η έλλειψη λιπαρών και ζάχαρης κάνει το παγωτό πιο σκληρό στην κατάψυξη. Τα λιπαρά του πλήρους στραγγιστού γιαουρτιού είναι σχεδόν απαραίτητα. Η χρήση ζάχαρης ή σιροπιού από ζάχαρη, ή σιροπιού αγαύης, ή μελιού είναι προτιμότερη από την χρήση στέβιας ή ασπαρτάμης (που είναι και κακό πράγμα από μόνη της) ή άλλου γλυκαντικού εις κόνιν. Γιατί κάνει το παγωτό, περισσότερο αφράτο. Το ίδιο κάνει και η μπανάνα γι αυτό κι αν η γεύση της αρέσει στο παιδάκι, την προτείνω.
  • Τα φρούτα πρέπει να καταψυχθούν οπωσδήποτε πριν την παρασκευή του παγωτού. Ο λόγος είναι απλός. Το νερό που έτσι κι αλλιώς περιέχουν τα φρούτα θα καταψυχθεί ποιο ομοιόμορφα μαζί με τα άλλα συστατικά και τις φυτικές ίνες των φρούτων και το παγωτό δεν θα κρυσταλλιάσει, όπως τα παγωτά που έφτιαχναν οι μαμάδες μας τις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80. Η υφή του θα είναι τελικά πολύ πιο παγωτένια αν ακολουθήσετε αυτό το απλό tip.
  • Αντί για γιαούρτι, η μαζί με αυτό μπορείτε να προσθέσετε στο παγωτό κρέμα γάλακτος χτυπημένη σε σαντιγύ. Θα δώσει επίσης ωραία υφή και πιο γλυκειά γεύση από το γιαούρτι. Μην φοβηθείτε τα λιπαρά της και μην την αντικαταστήσετε με φυτική σαντιγύ, που είναι μέγας εχθρός της Ματζικικής κουζίνας, για τους εξής λόγους :
    • Για να φτιαχτεί μια οποιαδήποτε σαντιγύ είναι απαραίτητο η βάση της να περιέχει κορεσμένα λιπαρά. Άρα τα φυτικά λιπαρά της φυτικής σαντιγύς είναι κι αυτά κορεσμένα. Τα κορεσμένα λιπαρά, είτε είναι φυτικά, είτε ζωικά, κάνουν αθηροσκλήρωση. Δεν είναι καλύτερα τα μεν από τα δε.
    • Επιπλέον οι φυτικές σαντιγές περιέχουν για γαλακτοματοποιητές λεκιθίνη σόγιας. Πέρσυ, το 79% της διεθνούς παραγωγής σόγιας ήταν μεταλλαγμένο. Τα συμπεράσματα δικά σας.
    • Το βούτυρο της κρέμας γάλακτος είναι φορέας της λιποδιαλυτής βιταμίνης D, που είναι απαραίτητη σε όλους μας αλλά πολύ περισσότερο στα παιδιά. Μην τους την στερείτε.
    • Μετά από τόσα χρόνια στον προσωπικό μου αγώνα για υγιεινή διατροφή, έχω καταλήξει ότι το κλειδί είναι να μάθουμε στους εαυτούς μας και στα παιδιά να τρώνε λίγο και καλούς συνδυασμούς τροφών. Είναι καλύτερα να φάει το παιδάκι λιγότερο παγωτό με καλά υλικά κι ας έχει τα λιπαρούλια του, παρά περισσότερο επειδή έχει φυτική σαντιγύ.
    • Και μια και φτάσαμε ως εδώ ας πω κι αυτό. Είναι παράλογο νομίζω να προσπαθούμε να στερήσουμε από το παιδί τα γλυκά για να μην τα «μάθει» ή να μην τα συνηθίσει. Όλα έχουν τη θέση τους στη διατροφή μας αν είναι φτιαγμένα με προσοχή και καταναλώνονται με χαρά και όχι από κάποια βουλιμική ανάγκη.

Τεχνικές πωλήσεων :

Το παιδάκι δεν χρειάζεται να καταλάβει ότι το παγωτό του είναι φρουτόκρεμα με γιαούρτι. Η μαγεία κρύβεται στη λέξη «παγωτό».

Δώσε στο παιδάκι να δοκιμάσει το παγωτό αμέσως μόλις βγει από το μπλέντερ, που έχει ακόμα υφή semifreddo.  Τόσο η υφή όσο και η γεύση, θα το κατακτήσουν αμέσως και όταν του προσφέρετε το ξυλάκι την άλλη μέρα, θα του αρέσει ήδη.

Χρησιμοποιήστε καινούργια φρούτα κάθε φορά. Πειραματιστείτε ελεύθερα στους συνδυασμούς των καλοκαιρινών φρούτων άλλοτε προσθέτοντας και άλλοτε όχι γιαούρτι ή κρέμα. Αν κρίνω από το δικό μου τα παιδάκια σκυλοβαριούνται την επανάληψη. Κι εμείς εξάλλου.

Φτιάξτε μικρές ποσότητες. Το παγωτό δεν χαλάει στην κατάψυξη μέχρι και για ένα μήνα, αλλά τίνει να χάσει την γευστική του ένταση και το άρωμά του. Εννοείται  βέβαια ότι και από άποψη θρεπτικότητας, όσο φρεσκότερο τόσο καλύτερο.

Χρησιμοποιήστε φόρμες για ξυλάκια και φτιάξτε ατομικές μερίδες. Αυτό εξυπηρετεί δύο σκοπούς. Επειδή όπως είπαμε το παγωτό αυτό δεν έχει λιπαρά και πολύ ζάχαρη σφίγγει πολύ στην κατάψυξη, αν το βάλεις σε θηκούλες, γλιτώνεις το σκαρπέλο για να το ξεκολλήσεις από το δοχείο.  Επιπλέον οι συγκεκριμένες μερίδες βοηθάνε όλους να μην υπερκαταναλώνουμε. Πολλές φορές, γεμίζω με το παγωτό θήκες σιλικόνης για σοκολατάκια. Φτιάχνω έτσι καρδούλες παγωτού με περίπου 30 -35 θερμίδες η μία. Εχω καταλάβει ότι μια καρδούλα μού είναι αρκετή για να φρεσκάρω τη γεύση μου μετά το φαγητό. Στα μεγάλα κέφια τις τυλίγω με λιωμένη σοκολάτα και φτιάχνω έτσι μικρά παγωτίνια που είναι ωραίο κέρασμα σε μια ξαφνική επίσκεψη και ικανοποιούν την ανάγκη μας για γλυκύτερο γλυκό κάποιες φορές.

Αν παρόλες τις προσπάθειές σας το παγωτό τσιμεντοποιηθεί και το παιδάκι δεν το θέλει, βάλτε τη μερίδα του στη moulinette. Θα μετατραπεί αμέσως σε semifreddo και θα καταναλωθεί  παραχρήμα.

Αυτά τα λίγα για σήμερα και ελπίζω και οι μη έχοντες παιδάκια να διαβάσετε πίσω από τις γραμμές και να καταλάβετε ότι το απλό αυτό παγωτό είναι πολύ νόστιμο και σας αφορά επίσης.

A la prochaine.

 

Ρυζόγαλο, καλύτερο απ’ ό,τι θυμάμαι παιδιόθεν. (Still, ρυζόγαλο.)

Πίστευα, ότι ο κόσμος χωρίζεται σε δύο κατηγορίες :

  • Τους ανθρώπους που λατρεύουν το ρυζόγαλο
  • Τους ανθρώπους που μισούν το ρυζόγαλο

Εχτές ανακάλυψα μια νέα συνθήκη που ανατρέπει τις σχετικές με το ρυζόγαλο και τον κόσμο πεποιθήσεις μου : Υπάρχει ρυζόγαλο που τρώγεται αλλά μόνο αν το φτιάξεις μόνος σου. Μπορεί βεβαίως κάποιος να αναρωτηθεί, «γιατί σ’ ενδιαφέρει, Μάτζικα, αυτή η πληροφορία?» Γιατί το ρυζόγαλο είναι θρεπτικό, χορταστικό, υπό προϋποθέσεις υγιεινό και νομίζω ότι είναι καλό πρωινό για τα μικρά παιδάκια. Επίσης γιατί αν το συσκευάσεις σε γυάλινα βαζάκια με καπάκι, το παίρνεις μαζί σου κάπου και το δίνεις στο μικρό παιδάκι αν του αρέσει. Αν δεν του αρέσει, παίρνεις προφανώς κάτι άλλο. Τέλος πάντων θεώρησα οτι υπήρχε λόγος να προσπαθήσω να φτιάξω ένα ρυζόγαλο που να τρώγεται. Και το έφτιαξα.

Ακολούθησα την εξής απλή συνταγή :

  • 1 λίτρο πλήρες γάλα
  • 1/2 κούπα ρύζι arborio ή άλλο ρύζι για ριζόττο
  • 4 κ.σ. στέβια για ζαχαροπλαστική (προφανώς γίνεται και με ζάχαρη)
  • 1 φασολάκι βανίλιας

Η διαδικασία είναι πολύ απλή:

Κόβεις κατά μήκος το φασολάκι της βανίλιας στη μέση και με ένα μαχαίρι ξεκολάς τους κόκκους του. Ρίχνεις κόκκους και φασόλι μέσα σε μια κατσαρόλα με τα υπόλοιπα υλικά.

Φέρνεις το μείγμα σε γρήγορο βρασμό ανακατεύοντας συνεχώς και μόλις πάρει βράσει και φουσκώσει χαμηλώνεις πολύ τη φωτιά και το αφήνεις να σιγοβράσει για 30 – 40 λεπτά, ή όταν φτάσει την επιθυμητή για σένα πυκνότητα. Από κει και πέρα το ανακατεύεις που και που, αλλά όχι συνέχεια. Χαμηλός βρασμός και συχνό (όχι διαρκές) ανακάτεμα.

Όταν σου φανεί ότι είναι έτοιμο, το μοιράζεις στα βαζάκια ή σε πυρίμαχα μπωλάκια. Μπορείς να βάλεις και μερικές σταφίδες ή κράνμπερις μέσα ή άλλο ψιλοκομμένο φρέσκο ή αποξηραμένο φρούτο. Αντί να το πασπαλίσεις με κανέλα, μπορείς να το πασπαλίσεις με ζάχαρη και να το κάψεις με το φλόγιστρο για πιο ενήλικο αποτέλεσμα. Αυξάνεις όμως της θερμίδες (και φυσικά την απόλαυση) μ’ αυτόν τον τρόπο.

Χωρίς το μπρουλάρισμα (!) δίνει 6 μερίδες με 55 kcal έκαστη.

Το αποτέλεσμα :

Η συνταγή αυτή δίνει ένα υπόγλυκο ρυζόγαλο με πολύ ωραία υφή. Επειδή η κρέμα δεν δένει με την προσθήκη κάποιου άλλου αμύλου αλλά με το άμυλο του ίδιου του ρυζιού, έχει μια ιδιαίτερη ομοιογένεια και δεν παρουσιάζει αυτά θραύσματα ζελατινώδους κρέμας ανάμεσα στους κόκκους του ρυζιού, που θυμάμαι από μικρή. Μπορείς να το δέσεις όσο θέλεις. Χρειάζεται απλώς μια προσοχή γιατί όταν κρυώσει πήζει περισσότερο απ’ όσο φαίνεται στην κατσαρόλα. Το brule ρυζόγαλο μου άρεσε πιο πολύ από το άλλο με την κανέλα. Το μωρό την πρώτη μέρα το έφαγε γιατί το παραμυθιάσαμε οτι ήτανε γλυκό. Την δεύτερη, στο πρωινό, με δυσκολία. Μάλλον ανήκει στο μισό του κόσμου που δεν συμπαθεί το ρυζόγαλο. Αν θα το ξαναφτιάξω? Μάλλον. Εσείς παρόλα αυτά, αν είστε τύποι που αγαπούν το ρυζόγαλο, αξίζει να το δοκιμάσετε.  

Αχ, κουνελάκι, κουνελάκι…

Πάντα συμπαθούσα το κουνέλι και το μαγείρευα. Η αγαπημένη μου συνταγή είναι με μουστάρδα και παπαρδέλες, αλλά αυτή τη φορά, αποφάσισα να δοκιμάσω κάτι άλλο. Κυρίως γιατί η κόρη μου, απ’ ό,τι έχω καταλάβει,  είναι λιγάκι sceptic σχετικά με τη μουστάρδα. Ευτυχώς δεν έχει γίνει ακόμη sceptic σχετικά με το κουνέλι, το αρνί, και το κοτόπουλο. Προφανώς γιατί δεν τα συσχετίζει με το κουνελάκι, αρνάκι και κοτοπουλάκι με τα οποία παίζει τρυφερά.

Η συνταγή που έφτιαξα έγινε ελαφριά και νόστιμη παρά το γεγονός ότι επί της ουσίας πρόκειται για ένα κλασσικό μπραιζέ.  Επέλεξα να σβήσω το φαγητό με ξύδι από κόκκινο κρασί, αλλά θα του ταίριαζε πολύ ωραία και το λεμόνι, αλλάζοντας ταυτόχρονα και το δεντρολίβανο με άνηθο, ενδεχομένως. Πλην όμως, η συνταγή μου προέκυψε από τα υπάρχοντά μου και μια και είχα φρέσκο και τρυφερό δεντρολίβανο από τη γλάστρα, προχώρησα με ξύδι. Μια ωραία παραλλαγή θα ήταν και να αντικαταστήσει κανείς το κρεμμύδι με πράσσο.

Επειδή το αβανταδόρικο στοιχείο της συνταγής είναι τα καρότα μην τα τσιγκουνευτείτε. Θα ζητάνε όλοι κι άλλα. Ένα κουνέλι ταΐζει συνήθως 6-8 άτομα, οπότε υπολογίστε 200 γρ ωμά καρότα ανά μερίδα. Και παραπάνω να πέσουν, δεν πάνε χαμένα. Αν όμως πέσουν λίγα για συνοδευτικό, φτιάξτε από δίπλα και ένα ωραίο λευκό ρύζι, αγνό, αγνότατο χωρίς τίποτε, ώστε να πάρει γεύση από την σάλτσα του κουνελιού. Μια καλή περίπτωση για σούπερ ρύζι στη στιγμή, είναι οι ρυζιέρες που φτιάχνουν οι τσαϊgνίζ το ρύζι ατμού τους. Τις αγοράζεις προς 3,60 στο κινέζικο σουπερμάρκετ και φτιάχνουν σούπερ ρύζι ατμού χωρίς πολλά πολλά. Βέβαια, εγώ είμαι και γνωστός γκατζετάκιας, αλλά νομίζω ότι αυτό το γκάτζετ, αληθινά αξίζει τον κόπο, αν σ’ αρέζει το ρύζι ατμού, that is.

Ανοιξιάτικο κουνελάκι λοιπόν

Υλικά

  • 1 μεγάλο κουνέλι κομμένο σε μερίδες
  • 1,5 κιλό καρότα
  • 1 μέτριο κρεμμύδι
  • 1-2 σκελίδες σκόρδο
  • 3 κ.σ. αλεύρι για όλες τις χρήσεις
  • Ελαιόλαδο
  • 4-5 τρυφερά βλαστάρια δεντρολίβανο (ή 1 κ.σ. αποξηραμένο)
  • 2-3 κλαράκια θυμάρι
  • 1 λίτρο ζωμό κοτόπουλου
  • Πιπέρι
  • 40 ml ξύδι από κόκκινο κρασί.

 

Εκτέλεση

Πλένεις και στεγνώνεις πολύ καλά σε απορροφητικό χαρτί τις μερίδες του κουνελιού και τις πιπερώνεις. Αν δεν χρησιμοποιήσεις κύβο, μπορείς σ’ αυτό το στάδιο να αλατίσεις κιόλας. Εμείς, δεν τά ‘χουμε καλά με το άλας.

Κόβεις τα καρότα σε ροδέλες ισομεγέθεις. Αν τα καρότα είναι πολύ μεγάλα (τα δικά μου ήταν σαν μενίρ) τα κόβεις και στη μέση.

Κόβεις το κρεμμύδι και το σκόρδο σε πολύ λεπτές φετούλες.

Ζεσταίνεις σε μια μεγάλη κατσαρόλα το λάδι ώσπου να ζεσταθεί  πολύ αλλά να μην καπνίσει. Ροδίζεις προσεκτικά από όλες τις πλευρές τα κομμάτια του κουνελιού, σε τρεις δόσεις. Αφαιρείς το κουνέλι από την κατσαρόλα και το βάζεις σε ένα μεγάλο πιάτο.

Ροδίζεις το κρεμμύδι στο λάδι του κουνελιού κι αμέσως μετά, προσθέτεις τα καρότα και τελευταίο το σκόρδο.

Όταν σωταριστούν ελαφρώς τα καρότα, σβήνεις με το ξύδι. Όταν το ξύδι εξατμιστεί εντελώς και η κατσαρόλα έχει ξεγλασσάρει, πασπαλίζεις ολούθε το αλεύρι και ανακατεύεις συνεχώς με ξύλινο κουτάλι ώστε να πάει παντού και να ενωθεί με το λάδι. Προσθέτεις τον ζωμό ανακατεύοντας συνεχώς. Όταν πάρει βράση, επιστρέφεις στην κατσαρόλα τα κομμάτια του κουνελάκι και τέλος τα φύλλα του δεντρολίβανου και του θυμαριού. Αν χρειαστεί συμπληρώνεις ζεστό νερό, τόσο που να καλύπτεται το κουνέλι.

Αφήνεις το φαγητό να μαγειρευτεί σε χαμηλή φωτιά για καμμιά ώρα.

Σερβίρεις το κουνέλι με τα καρότα ή και με ρύζι ατμού.

Tip για μεζέ.

Μου αρέσει να σερβίρω για μεζεδάκι τα εσωτερικά του κουνελιού ως εξής : Τα σωτάρω σε λίγο ελαιόλαδο με μια σκελίδα σκόρδο και ένα εύκαιρο μυρωδικό. Τους πάει το δεντρολίβανο, τους πάει και το φασκόμηλο, τους πάει όμως και η ρίγανη αν σ’ αρέσει το ρουστίκ. Σβήνω αναλόγως του μυρωδικού.  Άλλοτε κονιάκ, άλλοτε, ξύδι, άλλοτε λεμόνι, άλλοτε ένα ωραίο γλυκό κρασί (προσοχή εδώ δεν θες πολλά μυρωδικά, λίγοι κόκκοι πιπέρι αρκούν). Τα σερβίρω πολύ ζεστά με φέτες φρυγανισμένου ψωμιού. Η ομήγυρις χαίρεται όσο περιμένει το κυρίως.

 

Bon Appetit

Το τελευταίο κέηκ μήλου του χειμώνα.

Έχω θυμώσει πολύ με τον χειμώνα φέτος. Δεν φτάνει που μας έπηξε στην κακοκαιρία, έχει μπει επικίνδυνα μέσα στα χωράφια της Άνοιξης και τα ροκανίζει μέρα με τη μέρα. Αυτό δε, που βλέπεις από το παράθυρο, όμορφη μέρα λιόχαρη και βγαίνεις έξω να λιαστείς και παγώνεις αναπολώντας σκούφους γάντια και πουπουλένια μπουφάν, μου έχει ταράξει τελείως το νευρικό σύστημα.

Δεν ξέρω τι θα γίνει αλλά η κατάσταση αυτή πρέπει να τελειώνει. Πρέπει να αρχίσουν οι ζέστες να βάλουμε κοντομάνικα και να αρχίσουν οι αληθινές φράουλες, και όχι αυτές οι ντεμέκ πλαστικές, σαράντα νούμερο, που αγοράζουμε από νοσταλγία γιατί νισάφι πια με το μήλο – αχλάδι – πορτοκάλι. Εμείς πάντως στην οικογένειά μας, έχοντας αποφασίσει να είμαστε οι κούκοι που φέρνουν την Άνοιξη, την περασμένη Κυριακή τελειώσαμε όλα τα μήλα, κυρίως γιατί δεν αντέχαμε άλλο να τα βλέπουμε. Ορκιστήκαμε να μην αγοράσουμε ξανά μήλα μέχρι το φθινόπωρο και μετά βάλαμε τα χοντρά μας πουλόβερ και χαρήκαμε με την προσδοκία της Άνοιξης. Ήταν πολύ ωραία τελετή.  Για να το γιορτάσουμε (και να τελειώνουμε και με τα μήλα) φτιάξαμε και δύο γλυκά. Ένα μεγαλίστικο κι ένα μαμαδίστικο. Το μαμαδίστικο το έφτιαξα εγώ και του έδωσα το συμβολικό όνομα «το τελευταίο κέηκ μήλου».

Το δυνατό χαρτί αυτού του κέηκ, πέρα από τη γεύση, είναι τα συστατικά. Έχει χαμηλά λιπαρά, είναι πλούσιο σε φυτικές ίνες και εκτός από τα σάκχαρα των φρούτων έχει σχετικά λίγη πρόσθετη ζάχαρη που μπορεί κάλλιστα να αντικατασταθεί με στέβια αν απευθύνεται σε κοινό άνω των 2 ετών.

Το τελευταίο κέηκ μήλου

Υλικά

  • 1 κούπα βρώμη για κουάκερ
  • 1/2 κούπα βρώμη αλεσμένη σε μπλέντερ σε μορφή σκόνης
  • 1 κούπα αλεύρι για όλες τις χρήσεις
  • 1 κ.γ. κανέλα, ή και περισσότερο
  • 1 1/2 κ.γ. baking powder
  • 1/2 κ.γ. σόδα
  • 1/4 κ.γ. αλάτι
  • 400 ml γιαούρτι στραγγιστό χαμηλών λιπαρών
  • 1/4 κούπας αραβοσιτέλαιο ή πολύ ήπιο εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο
  • 2 αυγά
  • 2 κ.γ. εκχύλισμα βανίλιας
  • 3/4 κ. ζάχαρη
  • 1 κούπα μήλο κομμένο σε κυβάκια 1 εκ.

Εκτέλεση

Προθερμαίνουμε το φούρνο στους 180 βαθμούς. Βουτυρώνουμε και αλευρώνουμε μια φόρμα για κέηκ κατά τα ειωθότα.

Σ’ ένα μπωλ, ανακατεύουμε καλά τη βρώμη, το αλεύρι, τη baking powder, τη σόδα, το αλάτι και την κανέλα.

Πασπαλίζουμε 1-2 κ.σ. από το μείγμα του αλευριού στα κυβάκια μήλου και ανακατεύουμε καλά. Αυτή η διαδικασία θα δημιουργήσει επιφάνεια πρόσφυσης στα κυβάκια και δεν θα πάνε όλα μονομιάς στον πάτο του κέηκ.

Στο μπωλ του μίξερ ανακατεύουμε το γιαούρτι, το λάδι, τα αυγά και την βανίλια. Προσθέτουμε τη ζάχαρη και χτυπάμε σε μέτρια ταχύτητα να αφρατέψουν.

Προσθέτουμε το μείγμα το αλευριού σε πολύ χαμηλή ταχύτητα ώσπου απλώς να ενσωματωθεί στα υγρά.

Κατεβάζουμε από το μίξερ, προσθέτουμε τα κυβάκια μήλου και ανακατεύουμε απαλά με μια σπάτουλα.

Αδειάζουμε στην προετοιμασμένη φόρμα και ψήνουμε στη μέση του φούρνου για 50 – 60 λεπτά (ανάλογα με τον φούρνο και το σχήμα της φόρμας), ώσπου να το τρυπήσουμε με ένα σουβλάκι και να βγαίνει σχεδόν καθαρό.

Όταν κρυώσει, μπορείτε να το στολίσετε με ζάχαρη άχνη και κανέλα.

Φτιάξτε το για το Σαββατοκύριακο που αλλάζει η ώρα, μήπως και φιλοτιμηθεί επιτέλους ο Χειμώνας και μας αδειάσει τη γωνιά.

Παγωτό γιαούρτι με μέλι, αρωματισμένο με λεμόνι και τζίντζερ (χαμηλών θερμίδων)

Παγωτό γιαούρτι με μέλι, αρωματισμένο με λεμόνι και τζίντζερ.

Θα χρειαστείτε:

• 2 κούπες γιαούρτι στραγγιστό με 2% λιπαρά

• 2 κούπες πυκνή κρέμα γάλακτος για μαγειρική με 20% λιπαρά

• ¼ κούπας μέλι

• ½ κούπα γλυκαντικό με λίγες θερμίδες

• 3 κ.σ. χυμό λεμονιού

• 2 κ.σ. φρέσκο τζίντζερ λεπτοτριμμένο

• 2 κ.γ. ξύσμα λεμονιού

• ½ κ.γ. απόσταγμα βανίλιας

• ¼ κ.γ. σκόνη τζίντζερ

Ανακατεύετε όλα τα υλικά στην χαμηλή ταχύτητα του μίξερ και βάζετε το μείγμα στο ψυγείο να κρυώσει και ν’ αναμειχθούν τα αρώματα. Παγώνετε στην παγωτομηχανή και φυλάτε στην κατάψυξη σε δοχείο με καπάκι.

Προαιρετικά μπορείτε να περάσετε το μείγμα από λεπτή σίτα πριν το παγώσετε, ώστε να συγκρατήσει κάποιες ίνες του τζίντζερ και το ξύσμα λεμονιού. Εγώ δεν το κάνω. Μ’ αρέσει να βρίσκω στο παγωτό και το ξύσμα και τα απειροελάχιστα κομματάκια του πιπεράτου τζίντζερ που σκάνε σαν πυροτέχνημα στο στόμα μου και με εκπλήσσουν ευχάριστα. Έτσι είναι παγωτό ζαβολιά. Αλλιώς, είναι ευγενικά αρωματισμένο και ήσυχο όπως πρέπει.

Καταναλώνεται πολύ φρέσκο. Αν μείνει στην κατάψυξη πάνω από 8 ώρες, βγάλτε το περίπου 20 λεπτά πριν το σερβίρετε για να μαλακώσει κάπως. Τα παγωτά που δεν έχουν αυγά ή πολλά λιπαρά, έχουν την τάση να σφίγγουν πολύ στην κατάψυξη.

Απολαύστε το χωρίς τύψεις.

Πως πέρασα το καλοκαίρι.

Να σου πω πως προχωράς :

Απλώνεις τα χέρια σε διάσταση για ισορροπία. Ύστερα, σηκώνεις από τη γή με πολύ προσοχή το δεξί σου πόδι και το φέρνεις μπροστά από το αριστερό, έτσι ωστε όταν ακουμπήσει ξανά τη γη, η φτέρνα του δεξιού να είναι μπροστά από τα δάχυλα του αριστερού. Μόλις έκανες ένα βήμα. Πολλά τέτοια, σε κάνουν σιγά – σιγά ν’ αλλάζεις θέση. Σιγά – σιγά θα μπορείς να κάνεις και βήματα με μεγαλύτερο άνοιγμα. Και μια μέρα δεν θα χρειάζεται να έχεις τα χέρια ανοιχτά για ισορροπία. Τότε βέβαια, θα είσαι ήδη αλλού και ίσως να θες να ξεκουραστείς και λίγο. Τότε, τέντωσε τα χέρια σου προς τα κάτω, ακούμπα τις παλάμες σου στο πάτωμα, τέντώνοντας μπροστά το δεξί πόδι, ενώ ταυτόχρονα λυγίζεις το αριστερό. Μόλις ο πωπός σου ακουμπήσει τη γη, χαλάρωσε.

Γίνεται κι αλλιώς :

Μαζεύεις όλες τις εικόνες που έχεις δει, ως τώρα στη ζωή σου : Ανθρώπους, σπίτια, δέντρα, μέρη, αντικείμενα. Τις βάζεις σ’ ένα σακκούλι μεγάλο από μαύρο καραβόπανο. Δεν αφήνεις ποτέ το σακκούλι αυτό από το χέρι σου. Πετάς μέσα όλες τις λέξεις που ξέρεις σε όλες τις γλώσσες που τις έχεις ακούσει. Μόλις πέσει παντού σκοτάδι και δεν βλέπεις τίποτε πια, κουνάς το σακκούλι δυνατά και χαλαρώνεις λίγο το πιάσιμο σου. Οι στριμωγμένες εικόνες και λέξεις, γλυστράνε για λίγο έξω και τις βλέπεις. Τις πρώτες πρώτες, τις κρατάς πολύ καλά ζωγραφισμένες στο μυαλό σου.  Ύστερα, τις μαζεύεις όλες πάλι πίσω, ξανασφίγγεις το σακκούλι και περιμένεις να ξημερώσει. Τότε, τις διηγείσαι φωναχτά στον Άλλον. Είσαι ήδη αλλού.

Γίνεται και μ’ άλλον τρόπο :

Παίρνεις μια μελιτζάνα, δυο κολοκυθάκια, δυο ώριμες ντομάτες, ένα δυο καρότα. Τα ψιλοκόβεις και τα σπαίρνεις ατάκτως σ’ ένα τηγάνι με δυο κουταλιές λάδι, όπου έχεις από πριν ζεστάνει δυο σκελίδες σκόρδο. Καθώς αυτά τσιτσιρίζονται και αρχίζει και γίνεται σάλτσα, τα πασπαλίζεις με αρώματα της ανατολής που να αρχίζουν όλα από κάπα : Κύμινο, κουρκουμά, κόλιανδρο, καρδάμωμο. Για να μην γέρνουν, τους στίβεις μέσα μισό λεμόνι και προσθέτεις το ξύσμα του. Ανακατεύεις καλά και τότε, ακουμπάς πάνω τους δυο ωραία φιλέτα ψαριού «ό,τι θέλεις».  Χαμηλώνεις τη φωτιά και περιμένεις να μελώσουν τα λαχανικά και να αχνιστεί το «ό,τι θέλεις». Θα πάρει κανένα 4λεπτο. όσο κρατάει αυτό, δίνεις στον Άλλον ένα παθιασμένο φιλί και βράζεις λίγο νερό σ’ ένα μικρό κατσαρολάκι. Μετράς τόσο κους κους, όσο έριξες νερό και το αδειάζεις μέσα στο βραστό νερό, αφού σβήσεις τη φωτιά. Σκεπάζεις με μια πετσέτα και μετά με το καπάκι και περιμένεις. Αναποδογυρίζεις το «ό,τι θέλεις» για να ασπρίσει κι από την άλλη. Δίνεις άλλο ένα παθιασμένο φιλί και όταν τελειώσεις, ανακατεύεις το κους κους μ’ ένα πηρούνι και σβήνεις τη φωτιά που άναψες. Φτιάνεις με το κους κους ένα ηφαίστειο. Γεμίζεις το ηφαίστειο με τα λαχανικά και τη σάλτσα και εκατέρωθεν της καλντέρας, στις πλαγιές του ηφαιστείου, ξαπλώνεις τα φιλέτα του «ό,τι θέλεις». Ακόμα όμως δεν έχεις φτάσει. Πρέπει να το μοιραστείς με τον Άλλον. Τότε, είσαι ήδη αλλού.